Thursday, April 19, 2007

ΠΟΣΟ ΑΝΗΚΟΥΜΕ ΤΕΛΙΚΑ ΣΤΗ ΔΥΣΗ;

Ο υλιστικός, ατομοκεντρικός και αστικός πολιτισμός που διαμορφώθηκε και παγιώθηκε στη δυτική Ευρώπη αλλά και στις Η.Π.Α. μετά το Διαφωτισμό, κατέστη από νωρίς, όπως αναφέραμε και σε προηγούμενα σημειώματα, μια διακριτή ιστορική και πολιτισμική κατηγορία που δηλώνεται με τον εύχρηστο όρο «Δύση». Ως επιμέρους εκφάνσεις, πάντως, αυτού του πολιτισμικού μοντέλου θεωρούνται σήμερα οι κουλτούρες όχι μόνο των δυτικοευρωπαϊκών χωρών και των Η.Π.Α., αλλά και πολλών ακόμα χωρών που κατά το μάλλον ή ήττον δε σχετίζονται γεωγραφικά με τον δυτικοευρωπαϊκό χώρο, όπως π.χ. η χώρα μας. Ο όρος συνεπώς «Δύση» έχει υποστεί μια σαφή διεύρυνση η οποία μάλιστα είναι πλέον αποδεκτή χωρίς ιδιαίτερες ενστάσεις.
Και σε αυτή την περίπτωση, ωστόσο, όπως και στην περίπτωση της μεταφυσικής, είναι πολύ σημαντικό να διευκρινίσουμε πρώτα απ’ όλα ποιος είναι ο φορέας αυτής της άποψης. Πρέπει να δούμε, με άλλα λόγια, από πού προέρχεται η άποψη ότι χώρες μη δυτικοευρωπαϊκές, όπως και η Ελλάδα, ανήκουν στη Δύση και ότι μπορούν να περιγραφούν επακριβώς από την ιστορική και πολιτισμική αυτή κατηγορία. Και είναι απαραίτητο αυτό διότι έτσι μόνο μπορούμε να διαγνώσουμε την εγκυρότητα και την αντικειμενικότητα αυτής της άποψης.
Αν λοιπόν αυτή η θεώρηση προέρχεται από τις δυτικοευρωπαϊκές χώρες, πιθανότατα προβάλλει η ίδια η Δύση το πολιτισμικό της μοντέλο σε άλλα έθνη και λαούς για λόγους καθαρά κυριαρχικούς, χωρίς αυτά τα έθνη να έχουν υιοθετήσει πραγματικά αυτό το μοντέλο. Και είναι λογικό να το πράττει αυτό, καθώς έτσι ενισχύει το κύρος της και δημιουργεί την εντύπωση ότι έχει ρόλο προτύπου στο σύγχρονο κόσμο. Η υπαγωγή, εξάλλου, μη δυτικοευρωπαϊκών χωρών στη Δύση μπορεί να προέρχεται και από αυτές τις ίδιες τις χώρες, και πιο συγκεκριμένα από μια μερίδα ανθρώπων τους που για κάποιο λόγο εκτιμούν και συμπαθούν τη Δύση. Όσον αφορά την Ελλάδα, αυτό συνέβη κατ’ εξοχήν κατά την περίοδο του Νεοελληνικού Διαφωτισμού. Οι λόγιοι του Διαφωτισμού θεώρησαν ότι η Ελλάδα σχετίζεται άμεσα με τη Δύση κυρίως επειδή οι ίδιοι είχαν κάποια επαφή με αυτήν (ζούσαν και δρούσαν εκεί). Κάτι παρόμοιο βέβαια συμβαίνει και σήμερα. Και στις δύο λοιπόν αυτές πιθανές περιπτώσεις ενέχεται το υποκειμενικό στοιχείο. Υπάρχει μια προκατάληψη υπέρ της Δύσης. Οι μεν δυτικοευρωπαίοι αρέσκονται να πιστεύουν ότι ο πολιτισμός τους έχει επιβληθεί και σε άλλα έθνη, οι δε απανταχού και όχι μόνο οι Έλληνες «δυτικόφιλοι» θεωρούν ότι η Δύση έχει κάτι κοινό με αυτούς και την πατρίδα τους και ότι με κάποιο τρόπο τους εκφράζει. Και ποια είναι λοιπόν η αλήθεια; Ανήκουν τελικά οι μη δυτικοευρωπαϊκές χώρες της Δύσης…….στη Δύση; Το οξύμωρον της ερώτησης προοικονομεί νομίζω την απάντηση….
Ας αναφερθούμε, όμως, πιο συγκεκριμένα στη χώρα μας. Η θέση της Ελλάδας στον πολιτισμικό χώρο της Δύσης θεωρείται σήμερα σχεδόν αδιαμφισβήτητη. Οι λεγόμενοι «ευρωπαϊστές» μας έχουν πείσει ότι η Ελλάδα όχι μόνο ανήκει πλέον στη Δύση, αλλά και ότι πρέπει να ανήκει σε αυτήν λόγω της παράδοσής της. Στην πραγματικότητα, όμως, έχουμε και σε αυτή την περίπτωση μια προβολή υποκειμενικών απόψεων πάνω σε μια πραγματικότητα: επειδή οι «ευρωπαϊστές» αγαπούν τη Δύση και τον πολιτισμό της πιστεύουν ότι και η Ελλάδα ανήκει σε αυτόν και ότι ο πολιτισμός της χώρας μας είναι ομόλογος με αυτόν της Δύσης. Κανένα βέβαια από αυτά τα δύο δεν ισχύει….
Κατ’ αρχήν, η αδιαμφισβήτητη οικονομική και γεωπολιτική σχέση της Ελλάδας με τον δυτικό κόσμο σήμερα, η οποία προβάλλεται συχνά ως απόδειξη της «δυτικότητάς» μας, δε συνεπάγεται απαραίτητα και ευθεία πολιτισμική σχέση με τη Δύση. Ειδικά στην Ελλάδα, περισσότερο από ό,τι σε κάθε άλλη χώρα «εκδυτικισμένη», συνεχίζουν να υφίστανται, έστω και με εμφανή πλέον τον κίνδυνο της αλλοίωσής τους, πολιτισμικές αξίες, κοινωνικοί κώδικες, αντιλήψεις και συνήθειες ολότελα διαφορετικά από αυτά της Δύσης. Η πίστη στο θεσμό της οικογένειας, η βαθιά ριζωμένη αντίληψη της ζωής ως κοινωνικού και όχι ως ατομικού φαινομένου – αντίληψη που γεννά την αλληλεγγύη και τον καθημερινό ανθρωπισμό -, καθώς και η εξίσου καλά στεριωμένη σχέση με τη μεταφυσική είναι μερικά μόνο στοιχεία του σύγχρονου νεοελληνικού πολιτισμού ( θα μπορούσαμε να προσθέσουμε πολλά ακόμα) που απουσιάζουν πλήρως από τον δυτικό πολιτισμό και το σύστημα αξιών του και τα οποία εξακολουθούν να μας διαχωρίζουν σαφώς από αυτόν, σε πείσμα εκείνων που θέλουν να βλέπουν αλλιώς τα πράγματα.
Η σθεναρή διατήρηση αυτών των πολιτισμικών ιδιαιτεροτήτων στη χώρα μας οφείλεται φυσικά στην βαθιά ιστορική, μακραίωνη θεμελίωσή τους και στην καθαρά παραδοσιακή τους διάσταση – και εδώ ερχόμαστε στην αναίρεση του δεύτερου επιχειρήματος των «ευρωπαϊστών», ότι δηλαδή ο πολιτισμός μας είναι ομόλογος με τον δυτικό. Ο νεοελληνικός πολιτισμός έχει διαμορφωθεί μέσα από διεργασίες όχι μόνο εντελώς ανόμοιες, αλλά και χρονικά άσχετες με τις διεργασίες μέσα από τις οποίες διαμορφώθηκε ο νεότερος δυτικός. Ενώ η Δύση είναι στην πραγματικότητα ένα πολιτισμικό μόρφωμα που άρχισε να σχηματίζεται στον ύστερο Μεσαίωνα μέσα από την ίδρυση των πρώτων δυτικοευρωπαϊκών εθνικών κρατών, την άνοδο της αστικής τάξης και την εμφάνιση των εθνικών γλωσσών, ο νεοελληνικός πολιτισμός αποτέλεσε την τελική αποκρυστάλλωση μιας μακραίωνης συνθετικής διεργασίας αντιτιθέμενων πολλές φορές στοιχείων, της οποίας η απαρχή χάνεται στα ομηρικά χρόνια. Στηρίζεται συνεπώς σε μια παράδοση με εντελώς διαφορετικά και πολύ πιο περίπλοκα στο χρόνο νήματα από αυτά στα οποία στηρίζεται η Δύση.
Και στο περιεχόμενο βέβαια αυτής της παράδοσης είναι μεγάλες οι διαφορές. Οι «ευρωπαϊστές» χλευάζουν πολύ συχνά τον όρο «καθ’ ημάς Ανατολή» που δειλά προφέρεται από ορισμένους κύκλους ώστε να διαχωριστούμε από τη Δύση. Στην πραγματικότητα, όμως, αυτός είναι και ο καταλληλότερος όρος. Ο ελληνικός πολιτισμός μέσα από μια πραγματικά μοναδική πνευματική περιπέτεια από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα κατόρθωσε να διαμορφώσει έναν εντελώς διακριτό και ενιαίο χαρακτήρα που συνένωσε ακόμα και στοιχεία που ήταν αρχικά αντιτιθέμενα ή ως ένα βαθμό ασύμβατα. Η «καθ’ ημάς Ανατολή» δεν είναι, όπως λένε οι «ευρωπαϊστές», ένα ιδεολόγημα που έχουν κατασκευάσει ορισμένοι για να αποφύγουν το «μίασμα»της Δύσης, αλλά αντίθετα μια πραγματική ιστορική κατηγορία, διαφορετική από αυτή της Δύσης. Μια κατηγορία που ως κύριό της γνώρισμα έχει μια μοναδική, αλλά όχι και παρά φύσιν σύζευξη του Ελληνισμού και του Χριστιανισμού. Οι δύο αυτοί κολοσσοί του ανθρώπινου πολιτισμού, μέσα από μια εντελώς ιδιότυπη αλληλεπίδραση, βρήκαν σημεία επαφής – ενδεικτικά: το κύρος της μεταφυσικής, την έννοια της κοινωνίας – και δημιούργησαν τελικά μια ανατολική παράδοση, εντελώς διακριτή από την δυτική και από την ανατολική-μουσουλμανική. Αυτό ακριβώς αποδεικνύει ότι η ελληνική αρχαιότητα που θεωρείται η βαθύτερη πηγή του νεότερου δυτικού πολιτισμού, είναι μέρος μιας εντελώς άλλης παράδοσης και ότι η υιοθέτησή της ως προτύπου από τη Δύση ήταν περισσότερο ένα δάνειο και μια απομίμηση, παρά μια οργανική και φυσική εκμετάλλευσή της, πράγμα που τελικά οδήγησε και σε μια επιλεκτικά και χρησιμοθηρικά διαστρεβλωτική αντιμετώπισή της από τη Δύση. Αλλά αυτό το ζήτημα απαιτεί ξεχωριστή διαπραγμάτευση. Όταν λοιπόν λέμε ότι ανήκουμε στη Δύση, πρέπει να αναλογιζόμαστε και το βαθμό στον οποίο ανήκουμε, αλλά και αν πρέπει να ανήκουμε σε αυτήν. Κι αυτό γιατί έχουμε έναν ιδιαίτερο πολιτισμό που λόγω της ιστορικής του βαρύτητας δεν πρέπει να αφανιστεί.

No comments: