Saturday, July 5, 2008

Η χριστιανική σχέση ως απάντηση στο σύγχρονο σχετικισμό

Έχει υποστηριχτεί πολλές φορές ότι ο σύγχρονος πολιτισμός είναι κατεξοχήν πλουραλιστικός και πολυφωνικός – και πράγματι έτσι είναι. Στη σημερινή εποχή διατυπώνονται και διακινούνται ελεύθερα κάθε είδους απόψεις, τάσεις, ιδέες, προσεγγίσεις και θεωρίες για τον κόσμο και για τα ερωτήματα που θέτει η ίδια η παρουσία μας σε μέσα σε αυτόν. Η αλήθεια δεν είναι πλέον μία, μονοσήμαντη και καθολική, όπως συνέβαινε κατά την προνεωτερική εποχή, όταν οι εκάστοτε φορείς της οικονομικής ή πνευματικής εξουσίας δημιουργούσαν ασφυκτικά σχήματα στα οποία έπρεπε όλοι να προσαρμόζονται. Αντίθετα, υπάρχουν τόσες αλήθειες και τόσες βεβαιότητες, όσες είναι και οι οπτικές γωνίες από τις οποίες μπορεί κανείς να αντικρύσει και να ερμηνεύσει τον κόσμο: η αλήθεια της επιστήμης και της τεχνολογίας, η αλήθεια της ψυχολογίας, η αλήθεια της οικονομίας και του χρήματος, η αλήθεια του ηδονισμού και της ευδαιμονίας, η αλήθεια της τέχνης, η αλήθεια της θρησκείας κ.ο.κ. Έτσι, κατά ορισμένους όλα είναι απλώς αιτία και αποτέλεσμα∙ κατ’ άλλους όλα εξηγούνται με βάση το υποσυνείδητο και τα ορμέμφυτα της ψυχής∙ κατ’ άλλους τα πάντα τα καθορίζει η διαχείριση του πλούτου και της παραγωγής∙ κατ’ άλλους όλα εξηγούνται στη βάση της τάσης του ανθρώπου για ευδαιμονία και ηδονή∙ κατ’ άλλους η τέχνη είναι ο μοναδικός αληθινός κόσμος∙ κατ’ άλλους, τέλος, όλα βρίσκουν τη δικαίωσή τους σε έναν άλλο κόσμο, υπερβατικό και μεταφυσικό.
Αυτή η ατελείωτη πολυτροπία και πολυφωνία του μοντέρνου κόσμου φαίνεται να έχει μια σαφώς δημοκρατική διάσταση. Κάθε άποψη και κάθε θεώρηση του κόσμου έχει το δικαίωμα να ακουστεί και να διεκδικήσει όσο και όλες οι άλλες την κατάκτηση της αλήθειας. Κανείς φεουδάρχης, κανείς αυτοκράτορας ή κανείς κληρικός δεν μπορεί πλέον να επιβάλει σε κανέναν με τη βία τη δική του αλήθεια, όπως συνέβαινε παλαιότερα. Πολύ γρήγορα, όμως, αναρωτιέται κανείς κατά πόσον αυτή η ποικιλία απόψεων και ιδεών μπορεί, έτσι όπως την ξέρουμε, να διέπεται από τα κύρια, σχεδόν καταστατικά, γνώρισματα κάθε δημοκρατίας: από τη συλλογικότητα και την κοινωνικότητα. Κάθε πεδίο της ανθρώπινης δραστηριότητας έχει εγκαθιδρύσει μια δική του αλήθεια και έχει χτίσει ένα δικό του στέρεο οικοδόμημα, αλλά μόνο σε σχέση με τον εαυτό του. Οι ιδέες επιτέλους απελευθερώθηκαν και σχημάτισαν μια μεγάλη «αγορά ιδεών», αλλά δεν επικοινωνούν ή δεν συνδιαλέγονται μεταξύ τους. Βρήκαμε πολλούς τρόπους να κατανοήσουμε και να ερμηνεύσουμε τον κόσμο, αλλά παραλείψαμε να βρούμε και τον τρόπο με τον οποίο όλοι αυτοί οι τρόποι θα μπορούσαν να συνυπάρξουν και να συσχετιστούν, χωρίς βέβαια να αλλοιωθούν ή να επηρεαστούν και χωρίς να χάσει ο καθένας τους την ιδιαιτερότητά του. Έτσι η σύγχρονη «δημοκρατία των ιδεών» δε βασίζεται σε όρους σχέσης και συνάφειας, όπως κάθε πραγματική δημοκρατία, αλλά σε όρους ρήξης και αντίθεσης. Αυτό που έχουμε καταφέρει είναι να έχουμε αντικαταστήσει τον κόσμο της μίας και μοναδικής αυθεντίας με έναν κόσμο άπειρων και ατελείωτων αυθεντιών εξίσου τυραννικών με τις παλαιές αυθεντίες – άρα με έναν κόσμο ατομικιστικό και σχετικιστικό.
Το μεγάλο ζητούμενο, κατά συνέπεια, δεν είναι να περιορίσουμε ή να καταστείλουμε τον πλουραλισμό, αλλά να διασφαλίσουμε τη συλλογική και κοινωνική του διάσταση. Αυτό που χρειαζόμαστε σήμερα είναι η υπέρβαση (όχι η κατάργηση) των στεγανών και των διαχωριστικών γραμμών μέσα από μια κοσμοαντίληψη της οποίας το κύριο χαρακτηριστικό θα είναι η διάθεση για συσχετισμό, συναίνεση και αλληλεγγύη μεταξύ των διαφορετικών απόψεων. Αν εξετάσουμε διαχρονικά την ιστορία των ιδεών και των θεωριών που έχουν προταθεί για την ερμηνεία του κόσμου, αυτή την κοσμοαντίληψη μπορεί να μας την προσφέρει κατεξοχήν ο Χριστιανισμός. Παρότι το πνεύμα του έχει πέσει και συνεχίζει να πέφτει θύμα οικτρής παρανόησης και παρότι πολλές φορές έχει καταστεί ο ίδιος αμείλικτη αυθεντία, έχει εκείνο το χαρακτηριστικό που είναι απαραίτητο και ικανό για την υπέρβαση του ατομισμού και του σχετικισμού και για την κατάκτηση μιας ενιαίας αλλά ταυτόχρονα πολυεπίπεδης αλήθειας: την αγάπη. Κι αυτό γιατί η χριστιανική αγάπη, βασισμένη στο προτυπικό παράδειγμα της αγάπης του Θεού προς τον άνθρωπο, δεν είναι μια προκαθορισμένη και αυστηρή ουσία αλλά μια φόρμα σχέσης ανοιχτή και επιδεκτική για τα πάντα. Κάτω από την προϋπόθεση αυτής της αγάπης τίποτα δε νοείται από μόνο του και δεν είναι μόνο του. Αντίθετα όλα συσχετίζονται με έναν τρόπο άρρηκτο και σταθερό και οι ατομικότητες οδηγούνται ακέραιες και χωρίς να χάνουν την ουσία τους σε μια συλλογικότητα.
Όλα αυτά σε πρακτικό επίπεδο σημαίνουν ότι τα πολυποίκιλα και διαφορετικά πεδία της ανθρώπινης δραστηριότητας και σκέψης μπορούν να συνυπάρξουν σε μια ενιαία και συνεκτική θέαση και ερμηνεία του κόσμου, αρκεί να αποβάλουν την εσωστρέφειά τους και να αποδεχτούν το άλλο και το διαφορετικό. Η αιτιοκρατία και ο θετικισμος π.χ. της επιστήμης και της τεχνολογίας μπορούν να συνυπάρξουν με τη μεταφυσική αρκεί να αναγνωρίσει το κάθε πεδίο την ιδιαιτερότητα του άλλου. Η δημιουργία του κόσμου είναι ένα τυπικό ζήτημα στο οποίο έχει επιλεγεί η ρήξη αντί της σχέσης: η επιστήμη τα ανάγει όλα σε μια απρόσωπη φυσική αιτία, η θρησκεία σε μια εντελώς υπερβατική διαδικασία. Στην πραγματικότητα η ύπαρξη του κόσμου βασίζεται σε ένα συσχετισμό των δύο αυτών παραγόντων. Η ύπαρξη μιας αλυσίδας αιτίων και αποτελεσμάτων στο σύμπαν δεν αποκλείει την ύπαρξη μιας ανώτατης συνείδησης ή οντότητας που δίνει νόημα και σκοπό σε αυτή τη διαδικασία. Κατά παρόμοιο τρόπο, η ύπαρξη του Θεού δε σημαίνει ότι όλα πρέπει να συμβαίνουν με τρόπο θαυματουργικό και εν γένει μη φυσικό. Η φύση και το σύμπαν άλλωστε είναι η ορατή, απτή και υποκείμενη σε έρευνα και ανάλυση εμφάνιση του Θεού. Παρόμοια επιχειρήματα θα μπορούσαμε να επιστρατεύσουμε και για άλλες περιπτώσεις αντιθέσεων οι οποίες μπορούν μέσα από τη διαδικασία της αμοιβαίας κατανόησης να μετατραπούν σε περιπτώσεις σχέσης και συνάφειας. Π.χ. ο διαχωρισμός των ανθρώπων σε έθνη και φυλές δε σημαίνει ότι υπάρχουν κατώτερα και ανώτερα δημιουργήματα του Θεού, όπως επίσης η κοινή ρίζα όλων των ανθρώπων δε συνεπάγεται ότι ζουν όλοι με τις ίδιες συνήθειες και στο ίδιο πολιτιστικό περιβάλλον. Συνυπάρχει η ισότητα με τη διαφορετικότητα.
Σε κάθε περίπτωση, γίνεται ξεκάθαρο ότι μέσα από το πρίσμα της χριστιανικής αγάπης η αλήθεια δεν είναι τίποτα παραπάνω από την ίδια τη σχέση, από την ίδια την κοινωνία. Αυτό είναι ένα πραγματικά δημοκρατικό, ανεκτικό και προοδευτικό μήνυμα το οποίο οφείλουμε όλοι να ακούσουμε, ώστε να μετατρέψουμε τον ατομιστικό σχετικισμό της σημερινής εποχής σε έναν διαρκή και ειλικρινή συσχετισμό και αλληλοσεβασμό. Κυρίως, όμως, θα πρέπει να ακούσουν και να αρχίσουν να εφαρμόζουν αυτό το ελπιδοφόρο μήνυμα του Χριστιανισμού εκείνοι που τον υπηρετούν μέσα από διάφορα αξιώματα. Είναι κρίμα μια θρησκεία που πέρα από λατρεία του ανώτατου Όντος αποτελεί και μια ολόκληρη κοσμοθεωρητική πρόταση ανεκτικότητας, αλληλεγγύης και συναίνεσης, να μην αξιοποιεί τις πραγματικές της δυνάμεις. Για να γίνει βέβαια αυτό χρειάζεται και η απαραίτητη διάκρισις, κατά τους Πατέρες, μεταξύ του γράμματος και του πνεύματος του θεϊκού νόμου. Συνήθως, όμως, δεν υπάρχει.