Thursday, April 19, 2007

ΠΟΣΟ ΚΛΑΣΙΚΗ ΕΙΝΑΙ Η ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ;


Παρότι διανύουμε εδώ και πολλά χρόνια τόσο σε ελληνικό όσο και σε ευρωπαϊκό ή και παγκόσμιο επίπεδο μια εποχή σχετικισμού και σκεπτικισμού, κατά την οποία οι περισσότερες αξίες και βεβαιότητες ακόμα και του πιο πρόσφατου παρελθόντος αμφισβητούνται, ελέγχονται και απομυθοποιούνται, κάποιες πραγματικά ελάχιστες ιδέες και πεποιθήσεις διατηρούνται αλώβητες και ανεπηρέαστες και έχουν ουσιαστικά – αν όχι και τυπικά – μια πολύ υψηλή θέση στο πανανθρώπινο και κυρίως στο δυτικό σύστημα αξιών. Παραδόξως η σύγχρονη εποχή, που δεν προλαβαίνει πολλές φορές ούτε και η ίδια να ανταποκριθεί στην ταχύτητα των αλλαγών της και στις διαρκείς αναπροσαρμογές της ιεραρχίας των αξιών της, διατηρεί μια βαθύτερη και δυσδιάκριτη μεν, αλλά σαφέστατη πίστη και βεβαιότητα γύρω από ορισμένα ζητήματα.
Μία από αυτές τις ελάχιστες ανθεκτικές ακόμα παραδοχές, ίσως και η σημαντικότερη, είναι η κλασικότητα και η διαχρονικότητα της αρχαιότητας, κυρίως της ελληνικής αλλά και της ρωμαϊκής – άρα συνολικά της ελληνορωμαϊκής. Δεν υπάρχει ίσως καμία άλλη ιστορική και πολιτισμική περίοδος της ανθρωπότητας που να έχει γνωρίσει τόσο ευρεία στο χώρο και το χρόνο αποδοχή και αναγνώριση ή να έχει τεθεί τόσο συστηματικά και προσεκτικά στο απυρόβλητο. Η αρχαία Ελλάδα και η προέκτασή της, η Ρώμη, αποτελούν από την Αναγέννηση και μετά τα δυτικά θέσφατα, τις απώτατες αρχές και τις ανώτατες αξίες του νεότερου δυτικού πολιτισμού, τις έδρες και τα θεμέλια της νεότερης δυτικής συνείδησης, τις απόλυτες και πρώτες πηγές των αξιών και των ιδανικών του νεότερου και σύγχρονου κόσμου. Παρότι από ένα σημείο και έπειτα η ρητή αναφορά ή παραπομπή στα ιστορικά αυτά ορόσημα εγκαταλείφθηκε, και παρότι ορισμένες φορές η διαχρονικότητά τους τέθηκε σοβαρά εν αμφιβόλω χάριν νέων προτύπων, παραμένουν μέχρι και σήμερα ένα αναπόσπαστο, το βαθύτερο ίσως και πιο πρωταρχικό και ιερό, κύτταρο της νεότερης δυτικής συνείδησης, που με κάθε ευκαιρία αναδύεται και εκδηλώνεται και που αναγνωρίζεται από όλους, ακόμα και τους πιο σχετικιστές, ως μια αξία που έχει περάσει πλέον πέρα και πάνω από το χωροχρόνο.
Αυτή η καθολική αναγνώριση της αρχαιότητας, σημειωτέον όχι μόνο από τους νόμιμους «απογόνους» της (π.χ. για λόγους εθνικιστικούς) αλλά από την ανθρωπότητα γενικότερα, ως της απώτατης αξίας που συνέχει εν είδει υποβάθρου τον σημερινό πλουραλιστικό και εξελισσόμενο κόσμο, ο οποίος μάλιστα έχει αυτοπροσδιοριστεί ανοιχτά απέναντι στην προνεωτερική εποχή ως «μοντέρνος», δεν είναι οπωσδήποτε αναίτια και αβάσιμη. Είναι γνωστό ότι η μακραίωνη αυτή ιστορική περίοδος έδωσε στην ανθρωπότητα μια τεράστια, πρωτόγνωρη ώθηση σε όλους σχεδόν τους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας, και ότι θεμελίωσε ορισμένες πραγματικά διαχρονικές και πανανθρώπινες αξίες, όπως η δημοκρατία, η ελευθερία και ο ανθρωπισμός, που συνέβαλαν στο σύγχρονο ανθρώπινο επίτευγμα. Ένα σημείο, ωστόσο, γύρω από το οποίο εγείρονται μεγάλα προβλήματα και ερωτήματα είναι όχι το αν, αλλά το κατά πόσον η αρχαιότητα υπήρξε μια ιστορική περίοδος τόσο πρότυπη και κλασική όσο νομίζουμε. Και κάτι ακόμα: όχι το αν, αλλά το κατά πόσον το σύγχρονο πολιτισμικό οικοδόμημα της Δύσης, και μάλιστα στις πιο θετικές του εκδοχές, έχει την καταγωγή του και την προέλευσή του στην αρχαιότητα τόσο πολύ και τόσο αποκλειστικά όσο νομίζουμε.
Το ότι οι προβληματισμοί αυτοί ίσως να φαίνονται δυνάμει ρεβιζιονιστικοί και βλάσφημοι δεν είναι καθόλου αδικαιολόγητο. Χάρη στην Αναγέννηση και τον Διαφωτισμό (στην Ελλάδα χάρη στο Νεοελληνικό Διαφωτισμό) η αρχαιότητα εμφυσήθηκε στο συλλογικό φαντασιακό του δυτικού ανθρώπου σχεδόν με όρους ουτοπίας και «χρυσής εποχής» και προβλήθηκε ως το ανώτατο και αξεπέραστο πρότυπο για την πρόοδο και την ευτυχία. Σε αυτή την διαμεσολαβημένη, ωστόσο, εικόνα της αρχαιότητας με την οποία τράφηκε η Δύση βρίσκεται η απάντηση στους προβληματισμούς που διατυπώθηκαν παραπάνω. Οι λόγιοι της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού, στο πλαίσιο της ρήξης τους με τον Μεσαιωνικό κόσμο, έδωσαν έμφαση αποκλειστικά στις θετικές πλευρές της αρχαιότητας, στα χαρακτηριστικά της δηλαδή εκείνα με τα οποία θα μπορούσαν να «χτυπήσουν»καλύτερα το κατεστημένο της εποχής τους και τα οποία έλειπαν από αυτό. Τις μελανές και αρνητικές πλευρές εκείνου του κόσμου τον οποίο επιστράτευαν ως όπλο τους, παρότι προφανώς τις γνώριζαν, τις απέκρυψαν και τις αποσιώπησαν με τρόπο αρκετά προσεκτικό και συστηματικό. Η ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα με αυτό τον τρόπο έγινε, λίγο έως πολύ, ένα λόγιο συμπίλημα όμορφων και λαμπρών «ενσταντανέ», ένα απάνθισμα επιτευγμάτων και παραδειγμάτων προς μίμησιν, και ταυτίστηκε στο σύνολό της και εντελώς σχηματικά και συμβατικά με την κλασική Αθήνα του Περικλή, των φώτων, της δημοκρατίας και του Παρθενώνα, με ιστορικά δηλαδή αποσπάσματα και κομματάκια. Και την ίδια στιγμή αφαιρέθηκαν από αυτήν όλα όσα θα μπορούσαν να «χαλάσουν» αυτή την όμορφη εικόνα της και να αναιρέσουν πολύ σοβαρά την ισχύ και την αξία της ως προτύπου· όλα όσα θα μπορούσαν να δείξουν ότι η αρχαιότητα δεν είναι τελικά τόσο κλασική και διαχρονική όσο φαινομενικά δείχνει.
Ποιά είναι αυτά; Παρότι η ερώτηση μοιάζει αρχικά χωρίς ικανή απάντηση, μια πιο προσεκτική και – το κυριότερο – πιο αμερόληπτη και απροκατάληπτη εξέταση της αρχαιότητας μας δείχνει το δρόμο. Πίσω από τον όντως λαμπρό και μοναδικό κόσμο των γραμμάτων, της φιλοσοφίας και της τέχνης της αρχαιότητας, που ακόμα και σήμερα μας επηρεάζει βαθύτατα και μας απασχολεί σοβαρά, κρύβεται ένας πολιτισμός με χαρακτηριστικά που μόνο ως διαχρονικά και κλασικά δε θα μπορούσαμε να τα δούμε. Φαινόμενα όπως αυτά του μισογυνισμού και της δουλείας, που στην ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα είχαν μια πραγματικά σπάνια στην ιστορία ισχύ και διάδοση, δεν είναι σε καμία περίπτωση θετικά πρότυπα. Ο αυστηρός ακόμα πολιτισμικός – αν όχι φυλετικός – διαχωρισμός των αρχαίων Ελλήνων από τους βαρβάρους (πας μη Έλλην βάρβαρος) και η ρητή πίστη των Ελλήνων αλλά και των Ρωμαίων στην ανωτερότητά τους απέναντι στους άλλους είναι στοιχεία που δεν μπορούν να θεωρηθούν πρότυπο σε καμία περίπτωση από το σύγχρονο κόσμο. Εξάλλου, οι αυστηρές κοινωνικές διακρίσεις και τα αυστηρά ταξικά στεγανά που κυριαρχούσαν στην Ελλάδα και κυρίως στη Ρώμη και που εμπόδιζαν την ατομική εξέλιξη και πρόοδο, είναι πλέον διαδικασίες ιστορικά καταδικασμένες και παρωχημένες. Δε χρειάζεται να αναφερθούμε βέβαια εκτενώς στις βαθιές αριστοκρατικές και «ευγενικές» αντιλήψεις που κυριαρχούσαν στην αρχαία Ελλάδα και στη Ρώμη και που μόνο για πολύ μικρά χρονικά διαστήματα δημοκρατίας γνώρισαν αμφισβήτηση. Αλλά ακόμα και στο χώρο του πνεύματος και του πολιτισμού, όπου όλα μοιάζουν πρότυπα και αξεπέραστα, η αρχαιότητα δεν έχει πάντα να μας δώσει τις καλύτερες συμβουλές. Η θανάτωση του Σωκράτη επειδή «εισάγει καινά δαιμόνια», η τιμωρία του Φρυνίχου για την τραγωδία του «Άλωσις Μιλήτου» καθώς και το κάψιμο (!) των αιρετικών βιβλίων του σοφιστή Πρωταγόρα στη δημοκρατική Αθήνα του 5ου αιώνα π.Χ. δείχνουν αν μη τι άλλο ότι τα πράγματα δεν ήταν τελικά μόνο όπως ακριβώς τα γνωρίζουμε….
Το ότι η ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα περιέχει και αρνητικές πλευρές δε σημαίνει βέβαια ότι παύει να είναι και κλασική. Σημαίνει, όμως, ότι δεν είναι στο σύνολό της κλασική και διαχρονική, άρα και ότι για το σημερινό κόσμο δεν μπορεί να αποτελεί ένα απόλυτο θέσφατο, μια πηγή αξιών και προτύπων με αδιαμφισβήτητο κύρος. Παρότι με αυτό τον τρόπο καταστρέφεται αρκετά ο αψεγάδιαστος μύθος της αρχαιότητας, από την άλλη πλευρά υπάρχει ένα μεγάλο κέρδος για μας: η διαπίστωση ότι τελικά η ανθρωπότητα προοδεύει και εξελίσσεται. Το ότι η αρχαιότητα δεν αποτελεί την μοναδική μήτρα του σύγχρονου πολιτισμού φανερώνει ότι μετά από αυτή την ιστορική περίοδο ήρθε κάτι νέο που συμπλήρωσε και βελτίωσε ακόμα περισσότερο το προϋπάρχον πολιτισμικό οικοδόμημα. Πολλές από τις πτυχές του σύγχρονου κόσμου για τις οποίες υπερηφανευόμαστε και σεμνυνόμαστε δεν έχουν απαραίτητα την καταγωγή τους σε αυτή τη μακρινή ιδανική εποχή, αλλά σε κάτι νεότερο και καινούριο.
Εδώ πρέπει να αναφερθούμε βέβαια στον Χριστιανισμό. Οι λόγιοι της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού, για τους δικούς τους απόλυτα κατανοητούς λόγους και για πολύ συγκεκριμένους σκοπούς, πραγματοποίησαν ένα ανιστορικό και αντιεπιστημονικό άλμα που διέγραψε και αγνόησε αυτή τη συνεισφορά του Χριστιανισμού στην ανθρωπότητα. Στην πραγματικότητα βέβαια ο Χριστιανισμός υπήρξε το δεύτερο εκείνο πολιτισμικό συστατικό που μετά την αρχαιότητα ώθησε τον δυτικό κόσμο προς την ανάπτυξη και την εξέλιξή του. Ο ανθρωπισμός της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού, στις αρχές του οποίου βασίστηκε όλη η νεωτερικότητα, χρωστά στον Χριστιανισμό ένα αρκετά μεγάλο μερίδιο. Η χριστιανική διδασκαλία, με την κατάργηση των κοινωνικών, σεξιστικών, εθνικών και πάσης φύσεως διαχωρισμών που προϋπήρχαν, αποκρυστάλλωσε τελικά αυτή τη στροφή προς τον άνθρωπο που είχε προσπαθήσει να ολοκληρώσει η αρχαιότητα. Μέσα από τη μεσαιωνική (βυζαντινή κυρίως) νομοθεσία που επηρεάστηκε από το πνεύμα του Χριστιανισμού, τέθηκαν οι βάσεις για τις νεότερες ανθρωπιστικές κατακτήσεις του δυτικού κόσμου (π.χ. κατάργηση της δουλείας). Η συνεισφορά ακόμα του Χριστιανισμού στην πνευματική εκτόξευση της Δύσης ήταν εξίσου σημαντική. Η πνευματικότητα και η απελευθέρωση του ανθρώπου από τα δεσμά της αναγκαιότητας της ύλης που προάγει η χριστιανική θρησκεία, αποτέλεσαν μια πολιτισμική επανάσταση που συντέλεσε βαθύτερα στη διαμόρφωση των νεότερων φιλελεύθερων ιδεών και κινημάτων, όπως του ρομαντισμού. Η πολιτισμική, όμως, προσφορά του Χριστιανισμού στη Δύση απαιτεί χωριστή εξετάση.
Τέτοιες αναθεωρήσεις της ιστορίας όπως αυτή που αφορά την αρχαιότητα, τις περισσότερες φορές θεωρούνται αιρετικές και επικίνδυνες. Οι άνθρωποι, φαίνεται, έχουν την ανάγκη να παρακολουθούν μια συγκεκριμένη νόρμα και θέλουν να νιώθουν την ασφάλεια ότι συμμετέχουν σε μια κοινά αποδεκτή και παγιωμένη συλλογική συνείδηση που δε χωρά αμφισβήτηση. Η πραγματικότητα, ωστόσο, είναι και πρέπει να είναι κάπως διαφορετική. Ο αντίλογος ειδικά όσον αφορά ζητήματα ιστορικά είναι απαραίτητος. Μόνο με αυτό τον τρόπο μπορεί να επιτευχθεί κάποια μικρή έστω προσέγγιση της αλήθειας. Αν είναι αιρετικές, άδικες ή μεροληπτικές οι αναθεωρήσεις που γίνονται, θα αποδειχτεί ή θα διαψευστεί στην πορεία. Σημασία έχει προπάντων ο διάλογος. Και στη συγκεκριμένη περίπτωση φάνηκε ότι υπάρχουν μεγάλα περιθώρια διαλόγου. Θα εξετάσουμε όμως και άλλες περιπτώσεις….

No comments: